Ο Δήμος Περιστερίου σε συνεργασία με ειδική διεπιστημονική
ομάδα από την 1η Δεκεμβρίου 2014 θα προσφέρει δωρεάν φυσικοθεραπείες και
εξειδικευμένη ψυχοσωματική υποστήριξη στους δημότες, που πάσχουν από τη
νόσο Πάρκινσον.
Ο Εντεταλμένος Δημοτικός
Σύμβουλος στα θέματα Υγείας του Δήμου Περιστερίου, Καρδιολόγος Γεώργιος
Μπεκιάρης είχε συνάντηση στο Δημαρχείο της πόλης μας με τους Υπευθύνους
του Διαγνωστικού και Θεραπευτικού Κέντρου κ.κ. Παναγιώτη Ζήκο (Ιατρό
Νευρολόγο) και Θεόδωρο Χατζηδαμιανό (Φυσικοθεραπευτή), καταρτίζοντας το
ειδικό πρόγραμμα.
Εξειδικευμένη ομάδα επιστημόνων
θα παρέχει εθελοντικά και αφιλοκερδώς τις ιατρικές της υπηρεσίες στους
ασθενείς της νόσο Πάρκινσον, εφαρμόζοντας πρόγραμμα φυσικοθεραπείας και
ειδικής υποστήριξης.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να δηλώσουν τη συμμετοχή στο τηλέφωνο 2105701140, ώρες 08:30 - 15:30.
Πηγή: news.gr
Thursday, October 9, 2014 6:46 AM Posted by daf
Labels: Parkinson , γονίδιο , μελέτη , πάρκινσον , Πελοπόννησος
Μελέτη για τη νόσο Πάρκινσον εκπονεί η Β’ Νευρολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Πανεπιστημιακό Γενικό νοσοκομείο «Αττικόν»
και αναζητά άτομα από την περιοχή της Πελοποννήσου με οικογενειακό ιστορικό της νόσου Πάρκινσον για να λάβουν μέρος. Η μελέτη εντάσσεται
στην ερευνητική δράση «Πρωτοβουλία για τους Δείκτες Εξέλιξης του Πάρκινσον» (PPMI).
Οι ερευνητές της Β’ Νευρολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο «Αττικόν», θα μελετήσουν άτομα με γενετικές μεταλλάξεις που σχετίζονται με τη νόσο Πάρκινσον, καθώς το συγκεκριμένο νοσοκομείο αποτελεί ένα από τα 32 κλινικά κέντρα της «Πρωτοβουλία για τους Δείκτες Εξέλιξης του Πάρκινσον». Πρόκειται για μια ευρείας κλίμακας μελέτη βιοδεικτών, που χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα «Michael J. Fox» για την έρευνα της νόσου Πάρκινσον.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επισκεφθούν την ιστοσελίδα http://www.michaeljfox.org/ppmi/gr ή να επικοινωνήσουν με τον Λεωνίδα Στεφανή στο +30 210 5832473 ή με τη Μαρία Σταμέλου και τον Χρήστο Κορό στο +30 210 5832493.
Η μελέτη PPMI ενδιαφέρεται ιδιαίτερα να μελετήσει ασθενείς και μέλη των οικογενειών τους από την Πελοπόννησο, ειδικά από τις περιοχές της Κορίνθου και των Πατρών, με οικογενειακό ιστορικό της νόσου του Πάρκινσον. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ταυτοποίηση των ασθενών μέσα σε αυτές τις οικογένειες που φέρουν τη μετάλλαξη του SNCA γονιδίου, αλλά δεν έχουν εκδηλώσει την ασθένεια. Άτομα με οικογενειακό ιστορικό της νόσου του Πάρκινσον από άλλες περιοχές της Ελλάδας είναι επίσης ευπρόσδεκτοι να συμμετάσχουν στην έρευνα.
Το πρόγραμμα θα καταγράψει περιπτώσεις ασθενών με μετάλλαξη του SNCA (άλφα-συνουκλεΐνη) ή LRRK2 γονιδίου. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι αυτές οι μεταλλάξεις συνδέονται με τη νόσο Πάρκινσον, και τα άτομα και οι οικογένειές τους που τις εμφανίζουν συνήθως προσβάλλονται από τη νόσο, ιδιαίτερα σε ορισμένες γεωγραφικές περιοχές, π.χ., η μετάλλαξη του SNCA γονιδίου, εμφανίζεται συχνά σε οικογένειες από την Πελοπόννησο, και πιο συγκεκριμένα στις περιοχές της Κορίνθου και των Πατρών. Αντίστοιχες περιπτώσεις έχουν επίσης σημειωθεί στην Θεσσαλία. Τα στοιχεία που θα συγκεντρώσουν οι ερευνητές κατά την διάρκεια της έρευνας θα ενισχύσουν τις τρέχουσες προσπάθειες για την εξεύρεση θεραπείας της νόσου.
«Μελετώντας τα άτομα με γενετικές μεταλλάξεις που σχετίζονται με τη νόσο του Πάρκινσον μπορούμε να επιταχύνουμε την προσπάθειά μας για τον εντοπισμό βιοδεικτών και την εξεύρεση πιο αποτελεσματικής θεραπείας. Παρά το γεγονός ότι οι γνωστές γενετικές μεταλλάξεις σχετίζονται σήμερα μόνο με το πέντε έως 10 τοις εκατό όλων των περιπτώσεων της νόσου Πάρκινσον, το ποσοστό αυτό μπορεί να παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για το σύνολο των ασθενών σχετικά με την αιτιολογία, την εξέλιξη και τελικά την θεραπεία της ασθένειας», εξηγεί ο Λεωνίδας Στεφανής, MD, PhD, διευθυντής της Β’ Νευρολογικής Κλινικής και καθηγητής Νευρολογίας και Νευροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
«Οι ασθενείς και οι οικογένειές τους που συμμετέχουν σε αυτή τη μελέτη έχουν την δυνατότητα να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων, και να βοηθήσουν τόσο τους εαυτούς τους όσο και τις επόμενες γενιές», συμπληρώνει η Μαρία Σταμέλου, MD, PhD, επίκουρη καθηγήτρια Νευρολογίας του Πανεπιστημίου Μαρμπουργκ, εξειδικευμένη στις Κινητικές Διαταραχές, και Υπότροφος του Πανεπιστημίου Αθηνών στην Β’ Νευρολογική Κλινική.
Από το 2010 η μελέτη PPMI συλλέγει κλινικά στοιχεία, απεικονιστικά και βιολογικά δεδομένα και αυτή τη στιγμή πραγματοποιείται σε 32 κλινικά κέντρα σε όλο τον κόσμο. Έχουν καταγραφεί ήδη 423 ασθενείς που πρόσφατα διαγνώσθηκαν με νόσο Πάρκινσον και 196 χωρίς τη νόσο μέχρι τον Απρίλιο του 2013. Τότε η PPMI άρχισε να καταγράφει και άτομα με τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου για την νόσο του Πάρκινσον, απώλεια όσφρησης και διαταραχή ύπνου REM.
Γενικά, η μελέτη PPMI μελετά κλινικά στοιχεία και δεδομένα απεικόνισης, καθώς και βιολογικά δείγματα ατόμων με γενετική μετάλλαξη για να αναγνωρίσει τους βιοδείκτες και να επιταχύνει τις κλινικές δοκιμές. Η PPMI θα καταγράψει 50 άτομα με τη μετάλλαξη του γονιδίου SNCA και Πάρκινσον και 50 άτομα με τη μετάλλαξη του ίδιου γονιδίου αλλά χωρίς Πάρκινσον. Μιας και η μετάλλαξη του LRRK2 γονιδίου είναι πιο κοινή, θα μελετηθούν 250 άτομα με τη νόσο του Πάρκινσον και τη μετάλλαξη αυτού του γονιδίου, καθώς και 250 άτομα με τη μετάλλαξη του LRRK2 γονιδίου αλλά χωρίς Πάρκινσον. Επειδή η PPMI είναι μια μελέτη παρατήρησης, οι εθελοντές της έρευνας δεν λαμβάνουν κανένα πειραματικό ή εικονικό φάρμακο, αλλά συμφωνούν να συνεισφέρουν με δεδομένα και δείγματα για ένα διάστημα έως και πέντε ετών.
Βιοδείκτες - όπως το επίπεδο της χοληστερόλης για καρδιακή νόσο - είναι ουσίες, διαδικασίες ή χαρακτηριστικά του σώματος, που επισημαίνουν κίνδυνο, έναρξη ή/και εξέλιξη νόσου. Ο εντοπισμός βιοδεικτών βοηθά στη διάγνωση και τη διαχείριση της νόσου, καθώς επίσης και στη διαστρωμάτωση κλινικών δοκιμών και τη δοκιμή νέων φαρμάκων πιο γρήγορα με τη μέτρηση βιολογικών αλλαγών, αντί να αναμένεται βελτίωση της κλινικής εικόνας. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν επικυρωμένοι βιοδείκτες για τη νόσο του Πάρκινσον, γεγονός που οι ερευνητές ελπίζουν να αλλάξει με την PPMI.
Οι ερευνητές της Β’ Νευρολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο «Αττικόν», θα μελετήσουν άτομα με γενετικές μεταλλάξεις που σχετίζονται με τη νόσο Πάρκινσον, καθώς το συγκεκριμένο νοσοκομείο αποτελεί ένα από τα 32 κλινικά κέντρα της «Πρωτοβουλία για τους Δείκτες Εξέλιξης του Πάρκινσον». Πρόκειται για μια ευρείας κλίμακας μελέτη βιοδεικτών, που χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα «Michael J. Fox» για την έρευνα της νόσου Πάρκινσον.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επισκεφθούν την ιστοσελίδα http://www.michaeljfox.org/ppmi/gr ή να επικοινωνήσουν με τον Λεωνίδα Στεφανή στο +30 210 5832473 ή με τη Μαρία Σταμέλου και τον Χρήστο Κορό στο +30 210 5832493.
Η μελέτη PPMI ενδιαφέρεται ιδιαίτερα να μελετήσει ασθενείς και μέλη των οικογενειών τους από την Πελοπόννησο, ειδικά από τις περιοχές της Κορίνθου και των Πατρών, με οικογενειακό ιστορικό της νόσου του Πάρκινσον. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ταυτοποίηση των ασθενών μέσα σε αυτές τις οικογένειες που φέρουν τη μετάλλαξη του SNCA γονιδίου, αλλά δεν έχουν εκδηλώσει την ασθένεια. Άτομα με οικογενειακό ιστορικό της νόσου του Πάρκινσον από άλλες περιοχές της Ελλάδας είναι επίσης ευπρόσδεκτοι να συμμετάσχουν στην έρευνα.
Το πρόγραμμα θα καταγράψει περιπτώσεις ασθενών με μετάλλαξη του SNCA (άλφα-συνουκλεΐνη) ή LRRK2 γονιδίου. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι αυτές οι μεταλλάξεις συνδέονται με τη νόσο Πάρκινσον, και τα άτομα και οι οικογένειές τους που τις εμφανίζουν συνήθως προσβάλλονται από τη νόσο, ιδιαίτερα σε ορισμένες γεωγραφικές περιοχές, π.χ., η μετάλλαξη του SNCA γονιδίου, εμφανίζεται συχνά σε οικογένειες από την Πελοπόννησο, και πιο συγκεκριμένα στις περιοχές της Κορίνθου και των Πατρών. Αντίστοιχες περιπτώσεις έχουν επίσης σημειωθεί στην Θεσσαλία. Τα στοιχεία που θα συγκεντρώσουν οι ερευνητές κατά την διάρκεια της έρευνας θα ενισχύσουν τις τρέχουσες προσπάθειες για την εξεύρεση θεραπείας της νόσου.
«Μελετώντας τα άτομα με γενετικές μεταλλάξεις που σχετίζονται με τη νόσο του Πάρκινσον μπορούμε να επιταχύνουμε την προσπάθειά μας για τον εντοπισμό βιοδεικτών και την εξεύρεση πιο αποτελεσματικής θεραπείας. Παρά το γεγονός ότι οι γνωστές γενετικές μεταλλάξεις σχετίζονται σήμερα μόνο με το πέντε έως 10 τοις εκατό όλων των περιπτώσεων της νόσου Πάρκινσον, το ποσοστό αυτό μπορεί να παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για το σύνολο των ασθενών σχετικά με την αιτιολογία, την εξέλιξη και τελικά την θεραπεία της ασθένειας», εξηγεί ο Λεωνίδας Στεφανής, MD, PhD, διευθυντής της Β’ Νευρολογικής Κλινικής και καθηγητής Νευρολογίας και Νευροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
«Οι ασθενείς και οι οικογένειές τους που συμμετέχουν σε αυτή τη μελέτη έχουν την δυνατότητα να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων, και να βοηθήσουν τόσο τους εαυτούς τους όσο και τις επόμενες γενιές», συμπληρώνει η Μαρία Σταμέλου, MD, PhD, επίκουρη καθηγήτρια Νευρολογίας του Πανεπιστημίου Μαρμπουργκ, εξειδικευμένη στις Κινητικές Διαταραχές, και Υπότροφος του Πανεπιστημίου Αθηνών στην Β’ Νευρολογική Κλινική.
Από το 2010 η μελέτη PPMI συλλέγει κλινικά στοιχεία, απεικονιστικά και βιολογικά δεδομένα και αυτή τη στιγμή πραγματοποιείται σε 32 κλινικά κέντρα σε όλο τον κόσμο. Έχουν καταγραφεί ήδη 423 ασθενείς που πρόσφατα διαγνώσθηκαν με νόσο Πάρκινσον και 196 χωρίς τη νόσο μέχρι τον Απρίλιο του 2013. Τότε η PPMI άρχισε να καταγράφει και άτομα με τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου για την νόσο του Πάρκινσον, απώλεια όσφρησης και διαταραχή ύπνου REM.
Γενικά, η μελέτη PPMI μελετά κλινικά στοιχεία και δεδομένα απεικόνισης, καθώς και βιολογικά δείγματα ατόμων με γενετική μετάλλαξη για να αναγνωρίσει τους βιοδείκτες και να επιταχύνει τις κλινικές δοκιμές. Η PPMI θα καταγράψει 50 άτομα με τη μετάλλαξη του γονιδίου SNCA και Πάρκινσον και 50 άτομα με τη μετάλλαξη του ίδιου γονιδίου αλλά χωρίς Πάρκινσον. Μιας και η μετάλλαξη του LRRK2 γονιδίου είναι πιο κοινή, θα μελετηθούν 250 άτομα με τη νόσο του Πάρκινσον και τη μετάλλαξη αυτού του γονιδίου, καθώς και 250 άτομα με τη μετάλλαξη του LRRK2 γονιδίου αλλά χωρίς Πάρκινσον. Επειδή η PPMI είναι μια μελέτη παρατήρησης, οι εθελοντές της έρευνας δεν λαμβάνουν κανένα πειραματικό ή εικονικό φάρμακο, αλλά συμφωνούν να συνεισφέρουν με δεδομένα και δείγματα για ένα διάστημα έως και πέντε ετών.
Βιοδείκτες - όπως το επίπεδο της χοληστερόλης για καρδιακή νόσο - είναι ουσίες, διαδικασίες ή χαρακτηριστικά του σώματος, που επισημαίνουν κίνδυνο, έναρξη ή/και εξέλιξη νόσου. Ο εντοπισμός βιοδεικτών βοηθά στη διάγνωση και τη διαχείριση της νόσου, καθώς επίσης και στη διαστρωμάτωση κλινικών δοκιμών και τη δοκιμή νέων φαρμάκων πιο γρήγορα με τη μέτρηση βιολογικών αλλαγών, αντί να αναμένεται βελτίωση της κλινικής εικόνας. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν επικυρωμένοι βιοδείκτες για τη νόσο του Πάρκινσον, γεγονός που οι ερευνητές ελπίζουν να αλλάξει με την PPMI.
Πηγή: health.in.gr
Για όσους απο εσάς ξέρετε αγγλικά υπάρχει το CBGD Support yahoo group που έχει ασθενείς και φροντιστές ασθενών με Φλοιοβασική από όλο τον κόσμο. Τα μέλη ανταλλάσσουν πολύτιμες πληροφορίες και μπορείτε να ενημερωθείτε για τις ιατρικές εξελίξεις που έχουν να κάνουν με την ασθένεια και τα Παρκινσονικά σύνδρομα γενικότερα.
https://groups.yahoo.com/neo/groups/cbgd_support/conversations/messages
Μπορείτε να γραφτείτε ακόμη κι αν δεν έχετε yahoo λογαριασμό και να λαμβάνετε τα νέα μηνύματα στο mail σας χωρίς να χρειάζετε να μπαίνετε συνέχεια στη σελίδα.
https://groups.yahoo.com/neo/groups/cbgd_support/conversations/messages
Μπορείτε να γραφτείτε ακόμη κι αν δεν έχετε yahoo λογαριασμό και να λαμβάνετε τα νέα μηνύματα στο mail σας χωρίς να χρειάζετε να μπαίνετε συνέχεια στη σελίδα.
Η εξέταση ελέγχει για τα επίπεδα του χαλκού στο αίμα , με τα υψηλότερα ποσά να υποδηλώνουν υψηλότερο κίνδυνο
Μια απλή εξέταση αίματος μπορεί να εντοπίσει αν οι άνθρωποι που
παρουσιάζουν μια απώλεια μνήμης , κινδυνεύουν μελλοντικά να αναπτύξουν
τη νόσο του Αλτσχάιμερ, σύμφωνα με μια νέα έρευνα.
Η εξέταση
ελέγχει για τα επίπεδα του χαλκού στο αίμα , με τα υψηλότερα ποσά να
υποδηλώνουν υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης της νόσου. Οι Ιταλοί ερευνητές
από το Νοσοκομείο Fatebenefratelli στη Ρώμη , που επινόησαν τη μέθοδο ,
αναφέρουν ότι μερικοί άνθρωποι μπορεί να είναι σε θέση να μειώσουν τις
πιθανότητές να αναπτύξουν Αλτσχάιμερ με την περικοπή της πρόσληψης
χαλκού που βρίσκεται σε ορισμένα τρόφιμα όπως τα οστρακοειδή , τους
ξηρούς καρπούς , το κόκκινο κρέας και πολλά φρούτα και λαχανικά , καθώς
και στο πόσιμο νερό.
Η μελέτη εξέτασε τα επίπεδα του χαλκού που
κυκλοφορούν στο αίμα σε141 άτομα με ήπια γνωστική εξασθένηση ( MCI ) ,
μια κοινή μορφή άνοιας σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Σύμφωνα με τα
ευρήματα της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Annals of Neurology ,
οι ασθενείς με υψηλά επίπεδα ελεύθερου χαλκού στο αίμα τους είχαν 50%
περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν τη νόσο του Αλτσχάιμερ μέσα στα
επόμενα τέσσερα χρόνια. Από την άλλα πλευρά, εκείνοι με χαμηλά επίπεδα
χαλκού στο αίμα, είχαν λιγότερες από 20% πιθανότητες να αναπτύξουν την
νόσο.
« Αυτό το απλό τεστ προσφέρει τη δυνατότητα να εντοπίσουμε
τα άτομα που διατρέχουν κίνδυνο για τη σταδιακή εξασθένηση των γνωστικών
λειτουργιών τους, γεγονός που μπορεί να τους ωθήσει να κάνουν κάτι για
να το αναστρέψουν αυτό», τόνισε η επικεφαλής της μελέτης Δρ. Ροσάνα
Σκουίτι.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα υψηλά επίπεδα ελεύθερου
χαλκού που κυκλοφορούν στο αίμα, «δυσκολεύουν» τον εγκέφαλο να απαλλαγεί
από τις τοξικές πρωτεΐνες του β-αμυλοειδούς , οι οποίες ευθύνεται για
την ανάπτυξη της νόσου του Αλτσχάιμερ.
Πηγή: news.gr
Πηγή: news.gr
Μια
νέα αιματολογική εξέταση μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια 90% την
πιθανότητα εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ ή άνοιας την προσεχή τριετία, σε
υγιή άτομα, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό
έντυπο Nature Medicine.
Η εξέταση που βρίσκεται ακόμα στο στάδιο των κλινικών δοκιμών μπορεί να αποτελέσει μια μη επεμβατική, γρήγορη και οικονομική μέθοδο πρόγνωσης του κινδύνου, πριν καν την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων των νευροεκφυλιστικών παθήσεων.
Οι ερευνητές του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Τζορτζτάουν, με επικεφαλής τον Δρ Χάουαρντ Φεντέροφ, ευελπιστούν ότι το νέο αιματολογικό τεστ θα συντελέσει στην πρώιμη έναρξη της θεραπείας της άνοιας και της νόσου Αλτσχάιμερ, και έτσι να είναι πιο αποτελεσματική, καθυστερώντας ή και εμποδίζοντας την πλήρη εκδήλωση της πάθησης.
Αν και σήμερα υπάρχουν κάποιες διαγνωστικές εξετάσεις, που με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία εντοπίζουν συμπτώματα εκφύλισης της μνήμης, ωστόσο καμιά δεν μπορεί να κάνει προβλέψει ποιος άνθρωπος κινδυνεύει να νοσήσει στο άμεσο ή απώτερο μέλλον.
Η νέα αιματολογική εξέταση αναλύει δέκα λιπίδια του αίματος, το επίπεδο των οποίων είναι χαμηλότερο στα άτομα που πρόκειται να εμφανίσουν άνοια. Αν η αποτελεσματικότητα της εξέτασης επιβεβαιωθεί και σε μεγαλύτερες κλινικές δοκιμές, τότε θα είναι έτοιμη για ευρεία χρήση την επόμενη διετία. Μάλιστα, οι ερευνητές ελπίζουν να μπορέσουν να επεκτείνουν την εφαρμογή της και σε άλλες παθήσεις
Η εξέταση αίματος δοκιμάστηκε σε 525 υγιή άτομα, άνω των 70 ετών, που για πέντε χρόνια έδιναν δείγματα αίματος προς ανάλυση. Κατά τη διάρκεια της μελέτης, 74 άτομα διαγνώστηκαν με ήπιας μορφής άνοια ή νόσο Αλτσχάιμερ. Η συγκριτική αξιολόγηση των δειγμάτων οδήγησε στον εντοπισμό των φωσφολιπιδίων του αίματος, που φαίνεται να συντελούν σε πρώιμη ανίχνευση της εκφύλισης των εγκεφαλικών κυττάρων.
Οι ερευνητές προχώρησαν και σε κλινική δοκιμή του τεστ σε μια δεύτερη ομάδα ατόμων, οπότε και τεκμηρίωσαν ότι η εξέταση αίματος μπορεί να προβλέψει με 96% επιτυχία την πιθανότητα εκδήλωσης άνοιας ή νόσου Αλτσχάιμερ, τα επόμενα δύο με τρία χρόνια ή όχι.
Οι αμερικανοί επιστήμονες έχουν ήδη καταθέσει αίτηση για τη σχετική πατέντα, καθώς θεωρούν ότι η εξέταση μπορεί να έχει ευρεία εφαρμογή μελλοντικά, ενώ δεν αποκλείουν την περαιτέρω βελτίωσή της, ώστε η πρόγνωση να γίνεται πολύ νωρίτερα και από την τριετία, ίσως πριν μια δεκαετία.
Η εξέταση που βρίσκεται ακόμα στο στάδιο των κλινικών δοκιμών μπορεί να αποτελέσει μια μη επεμβατική, γρήγορη και οικονομική μέθοδο πρόγνωσης του κινδύνου, πριν καν την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων των νευροεκφυλιστικών παθήσεων.
Οι ερευνητές του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Τζορτζτάουν, με επικεφαλής τον Δρ Χάουαρντ Φεντέροφ, ευελπιστούν ότι το νέο αιματολογικό τεστ θα συντελέσει στην πρώιμη έναρξη της θεραπείας της άνοιας και της νόσου Αλτσχάιμερ, και έτσι να είναι πιο αποτελεσματική, καθυστερώντας ή και εμποδίζοντας την πλήρη εκδήλωση της πάθησης.
Αν και σήμερα υπάρχουν κάποιες διαγνωστικές εξετάσεις, που με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία εντοπίζουν συμπτώματα εκφύλισης της μνήμης, ωστόσο καμιά δεν μπορεί να κάνει προβλέψει ποιος άνθρωπος κινδυνεύει να νοσήσει στο άμεσο ή απώτερο μέλλον.
Η νέα αιματολογική εξέταση αναλύει δέκα λιπίδια του αίματος, το επίπεδο των οποίων είναι χαμηλότερο στα άτομα που πρόκειται να εμφανίσουν άνοια. Αν η αποτελεσματικότητα της εξέτασης επιβεβαιωθεί και σε μεγαλύτερες κλινικές δοκιμές, τότε θα είναι έτοιμη για ευρεία χρήση την επόμενη διετία. Μάλιστα, οι ερευνητές ελπίζουν να μπορέσουν να επεκτείνουν την εφαρμογή της και σε άλλες παθήσεις
Η εξέταση αίματος δοκιμάστηκε σε 525 υγιή άτομα, άνω των 70 ετών, που για πέντε χρόνια έδιναν δείγματα αίματος προς ανάλυση. Κατά τη διάρκεια της μελέτης, 74 άτομα διαγνώστηκαν με ήπιας μορφής άνοια ή νόσο Αλτσχάιμερ. Η συγκριτική αξιολόγηση των δειγμάτων οδήγησε στον εντοπισμό των φωσφολιπιδίων του αίματος, που φαίνεται να συντελούν σε πρώιμη ανίχνευση της εκφύλισης των εγκεφαλικών κυττάρων.
Οι ερευνητές προχώρησαν και σε κλινική δοκιμή του τεστ σε μια δεύτερη ομάδα ατόμων, οπότε και τεκμηρίωσαν ότι η εξέταση αίματος μπορεί να προβλέψει με 96% επιτυχία την πιθανότητα εκδήλωσης άνοιας ή νόσου Αλτσχάιμερ, τα επόμενα δύο με τρία χρόνια ή όχι.
Οι αμερικανοί επιστήμονες έχουν ήδη καταθέσει αίτηση για τη σχετική πατέντα, καθώς θεωρούν ότι η εξέταση μπορεί να έχει ευρεία εφαρμογή μελλοντικά, ενώ δεν αποκλείουν την περαιτέρω βελτίωσή της, ώστε η πρόγνωση να γίνεται πολύ νωρίτερα και από την τριετία, ίσως πριν μια δεκαετία.
Αξίζει να
σημειωθεί ότι, η ίδια επιστημονική ομάδα έχει εντοπίσει τις συναφείς
μεταβολές στα γονίδια που συνδέονται με τις αλλαγές στα δέκα λιπίδια -
κλειδιά, οπότε, όπως υποστηρίζουν, ανοίγει ένα νέο «παράθυρο», τόσο για
την ακόμη πιο έγκαιρη πρόγνωση, όσο και για τη θεραπεία της νόσου με
γονιδιακά φάρμακα.
Προς το
παρόν πάντως, δεν είναι βέβαιοι γιατί τα συγκεκριμένα λιπίδια
μεταβάλλονται στον εγκέφαλο των ασθενών, αλλά οι εν λόγω μεταβολίτες,
μεταξύ άλλων, παίζουν ζωτικό ρόλο στη διατήρηση των κυτταρικών μεμβρανών
γύρω από τους νευρώνες, οπότε είναι πιθανό πως η μεταβολή του επιπέδου
τους αντανακλά έγκαιρα την έναρξη της «σιωπηλής» βλάβης των εγκεφαλικών
κυττάρων.
Σήμερα, οι
πάσχοντες από άνοια ανέρχονται σε περίπου 44 εκατομμύρια παγκοσμίως και
από νόσο Αλτσχάιμερ περίπου 36 εκατομμύρια, ενώ, σύμφωνα με τον
Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο αριθμός σχεδόν θα τριπλασιαστεί, φτάνοντας
τα 115 εκατομμύρια έως το 2050.
Η νόσος Αλτσχάιμερ, που χαρακτηρίζεται από τη συσσώρευση β-αμυλοειδούς πρωτεΐνης στον εγκέφαλο και τη δημιουργία πλακών, αρχίζει να δρα «ύπουλα» καταστρέφοντας τα εγκεφαλικά κύτταρα, τους νευρώνες, τουλάχιστον μία δεκαετία πριν την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων, όπως η σταδιακή απώλεια της μνήμης.
Η νόσος Αλτσχάιμερ, που χαρακτηρίζεται από τη συσσώρευση β-αμυλοειδούς πρωτεΐνης στον εγκέφαλο και τη δημιουργία πλακών, αρχίζει να δρα «ύπουλα» καταστρέφοντας τα εγκεφαλικά κύτταρα, τους νευρώνες, τουλάχιστον μία δεκαετία πριν την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων, όπως η σταδιακή απώλεια της μνήμης.
Προς το
παρόν, οι υπάρχουσες θεραπείες μπορούν μόνο να επιβραδύνουν την εμφάνιση
των συμπτωμάτων, όμως δεν έχει βρεθεί φάρμακο που να «φρενάρει»
πραγματικά την εξέλιξη της νόσου. Μια πιθανή αιτία είναι ότι η
φαρμακευτική θεραπεία -λόγω ανυπαρξίας συμπτωμάτων- ξεκινά με
καθυστέρηση, όταν πια η βλάβη στον εγκέφαλο έχει εδραιωθεί. Γι' αυτό
θεωρείται πολύ σημαντικό να βρεθούν εξετάσεις έγκαιρης διάγνωσης εκείνων
των ανθρώπων που ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου.
Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή
Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή
health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ορισμένα φυτοφάρμακα (εντομοκτόνα, ζιζανιοκτόνα κ.α.) αυξάνουν τον κίνδυνο για εμφάνιση της νόσου Πάρκινσον, ενώ όσοι έχουν στο DNA τους συγκεκριμένα γονίδια,
είναι ακόμα πιο ευάλωτοι, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική
έρευνα. Η επιδημιολογική μελέτη επισημαίνει ότι ο κίνδυνος είναι
αυξημένος ακόμα και για επίπεδα πολύ χαμηλότερα από αυτά που θεωρούνται
ασφαλή για την χρησιμοποίηση των εν λόγω χημικών ουσιών στις γεωργικές
καλλιέργειες, αλλά και στις πόλεις.
Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει μια συσχέτιση μεταξύ μεμονωμένων φυτοφαρμάκων και της συγκεκριμένης νευρολογικής ασθένειας, αλλά η νέα έρευνα δείχνει αφενός ότι το πρόβλημα αφορά πολλά περισσότερα φυτοφάρμακα και, αφετέρου, για πρώτη φορά αποκαλύπτει ότι το πόσο κινδυνεύει κάποιος, είναι σε μεγάλο βαθμό και θέμα των γονιδίων του.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή νευρολογίας Τζεφ Μπρονστάιν της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Λος Άντζελες (UCLA), που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας "Neurology", μελέτησαν 360 ασθενείς με Πάρκινσον (που ζούσαν σε αγροτικές περιοχές) και τους συνέκριναν με 816 υγιείς.
Οι αμερικανοί νευρολόγοι εξέτασαν σε ποιό βαθμό ήσαν εκτεθειμένοι οι άνθρωποι σε φυτοφάρμακα, είτε στη δουλειά, είτε στο σπίτι τους. Η μελέτη έδειξε ότι οι πιο εκτεθειμένοι στα φυτοφάρμακα είχαν διπλάσια έως εξαπλάσια πιθανότητα να πάθουν Πάρκινσον, ανάλογα και με το γενετικό υπόβαθρό τους.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, μερικά φυτοφάρμακα αναστέλλουν τη δράση ενός ενζύμου, της αλδεϋδικής αφυδρογονάσης (ALDH), που παίζει ρόλο στην απομάκρυνση των τοξικών ουσιών από τα κύτταρα, καθώς και στον μεταβολισμό του αλκοόλ στον οργανισμό. Το «μπλοκάρισμα» της δράσης της από κάποια φυτοφάρμακα λειτουργεί βλαπτικά για τα νευρικά κύτταρα.
Επιπλέον, όσοι έχουν στο γονιδίωμά τους μια συγκεκριμένη παραλλαγή του γονιδίου ALDH2, αντιμετωπίζουν πολλαπλάσιο κίνδυνο για εμφάνιση Πάρκινσον, όταν εκτίθενται στα εν λόγω χημικά. «Το Πάρκινσον είναι μια νόσος που σε πολλές περιπτώσεις απαιτεί τη συνύπαρξη τόσο γενετικών, όσο και περιβαλλοντικών παραγόντων για να εμφανιστεί», ανέφερε ο Τζεφ Μπρονστάιν.
«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η αναστολή του ενζύμου ALDH φαίνεται να αποτελεί σημαντικό μηχανισμό μέσω του οποίου τα φυτοφάρμακα μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη της νόσου Πάρκινσον», πρόσθεσε, ιδίως, όπως είπε, στο βαθμό που κάποιος εκτίθεται τόσο στη δουλειά του (εφ’ όσον ασχολείται με τη γεωργία), όσο και στο σπίτι του. Όσοι εκτίθενται σε πάνω από τρία φυτοφάρμακα στη δουλειά και το σπίτι, έχουν υπερτριπλάσιο κίνδυνο σε σχέση με όσους δεν εκτίθενται καθόλου.
Οι αμερικανοί ερευνητές ανέπτυξαν ένα τεστ που εντοπίζει ποιά από τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται στη γεωργία, είναι πιο επικίνδυνα για Πάρκινσον, επειδή αναστέλλουν τη λειτουργία της αλδεϋδικής αφυδρογονάσης. Πρόκειται για τα διθειοκαρβαμιδικά παράγωγα, τα οργανοχλωριούχα, τις ιμιδαζόλες και τα δικαρβοξυμίδια. Ενδεικτικά, το φυτοφάρμακο διελδρίνη φαίνεται να αυξάνει κατά έξι φορές τον κίνδυνο για Πάρκινσον.
«Εκπλαγήκαμε από το πόσα φυτοφάρμακα και εντομοκτόνα αναστέλλουν το ένζυμο ALDH και μάλιστα σε αρκετά χαμηλές συγκεντρώσεις, κάτω από αυτές που απαιτούνται για να κάνουν τη δουλειά τους. Αυτά τα φυτοφάρμακα είναι πανταχού παρόντα και μπορούν να βρεθούν στην τροφική αλυσίδα μας, να χρησιμοποιούνται στα πάρκα και στα γήπεδα γκολφ, καθώς και για την καταπολέμηση των εντόμων στο εσωτερικό των σπιτιών και των άλλων κτιρίων. Συνεπώς είναι μεγάλος ο αριθμός των ανθρώπων που δυνητικά τίθενται σε κίνδυνο», δήλωσε ο αμερικανός νευρολόγος.
Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει μια συσχέτιση μεταξύ μεμονωμένων φυτοφαρμάκων και της συγκεκριμένης νευρολογικής ασθένειας, αλλά η νέα έρευνα δείχνει αφενός ότι το πρόβλημα αφορά πολλά περισσότερα φυτοφάρμακα και, αφετέρου, για πρώτη φορά αποκαλύπτει ότι το πόσο κινδυνεύει κάποιος, είναι σε μεγάλο βαθμό και θέμα των γονιδίων του.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή νευρολογίας Τζεφ Μπρονστάιν της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Λος Άντζελες (UCLA), που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας "Neurology", μελέτησαν 360 ασθενείς με Πάρκινσον (που ζούσαν σε αγροτικές περιοχές) και τους συνέκριναν με 816 υγιείς.
Οι αμερικανοί νευρολόγοι εξέτασαν σε ποιό βαθμό ήσαν εκτεθειμένοι οι άνθρωποι σε φυτοφάρμακα, είτε στη δουλειά, είτε στο σπίτι τους. Η μελέτη έδειξε ότι οι πιο εκτεθειμένοι στα φυτοφάρμακα είχαν διπλάσια έως εξαπλάσια πιθανότητα να πάθουν Πάρκινσον, ανάλογα και με το γενετικό υπόβαθρό τους.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, μερικά φυτοφάρμακα αναστέλλουν τη δράση ενός ενζύμου, της αλδεϋδικής αφυδρογονάσης (ALDH), που παίζει ρόλο στην απομάκρυνση των τοξικών ουσιών από τα κύτταρα, καθώς και στον μεταβολισμό του αλκοόλ στον οργανισμό. Το «μπλοκάρισμα» της δράσης της από κάποια φυτοφάρμακα λειτουργεί βλαπτικά για τα νευρικά κύτταρα.
Επιπλέον, όσοι έχουν στο γονιδίωμά τους μια συγκεκριμένη παραλλαγή του γονιδίου ALDH2, αντιμετωπίζουν πολλαπλάσιο κίνδυνο για εμφάνιση Πάρκινσον, όταν εκτίθενται στα εν λόγω χημικά. «Το Πάρκινσον είναι μια νόσος που σε πολλές περιπτώσεις απαιτεί τη συνύπαρξη τόσο γενετικών, όσο και περιβαλλοντικών παραγόντων για να εμφανιστεί», ανέφερε ο Τζεφ Μπρονστάιν.
«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η αναστολή του ενζύμου ALDH φαίνεται να αποτελεί σημαντικό μηχανισμό μέσω του οποίου τα φυτοφάρμακα μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη της νόσου Πάρκινσον», πρόσθεσε, ιδίως, όπως είπε, στο βαθμό που κάποιος εκτίθεται τόσο στη δουλειά του (εφ’ όσον ασχολείται με τη γεωργία), όσο και στο σπίτι του. Όσοι εκτίθενται σε πάνω από τρία φυτοφάρμακα στη δουλειά και το σπίτι, έχουν υπερτριπλάσιο κίνδυνο σε σχέση με όσους δεν εκτίθενται καθόλου.
Οι αμερικανοί ερευνητές ανέπτυξαν ένα τεστ που εντοπίζει ποιά από τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται στη γεωργία, είναι πιο επικίνδυνα για Πάρκινσον, επειδή αναστέλλουν τη λειτουργία της αλδεϋδικής αφυδρογονάσης. Πρόκειται για τα διθειοκαρβαμιδικά παράγωγα, τα οργανοχλωριούχα, τις ιμιδαζόλες και τα δικαρβοξυμίδια. Ενδεικτικά, το φυτοφάρμακο διελδρίνη φαίνεται να αυξάνει κατά έξι φορές τον κίνδυνο για Πάρκινσον.
«Εκπλαγήκαμε από το πόσα φυτοφάρμακα και εντομοκτόνα αναστέλλουν το ένζυμο ALDH και μάλιστα σε αρκετά χαμηλές συγκεντρώσεις, κάτω από αυτές που απαιτούνται για να κάνουν τη δουλειά τους. Αυτά τα φυτοφάρμακα είναι πανταχού παρόντα και μπορούν να βρεθούν στην τροφική αλυσίδα μας, να χρησιμοποιούνται στα πάρκα και στα γήπεδα γκολφ, καθώς και για την καταπολέμηση των εντόμων στο εσωτερικό των σπιτιών και των άλλων κτιρίων. Συνεπώς είναι μεγάλος ο αριθμός των ανθρώπων που δυνητικά τίθενται σε κίνδυνο», δήλωσε ο αμερικανός νευρολόγος.
Subscribe to:
Posts (Atom)